12 Δεκεμβρίου 2023
Πώς να μάθω στο παιδί μου να είναι τακτικό [ή καλύτερα, να θέλει να είναι τακτικό]
Ανάγνωση σε 4,5′
Ένα από τα δυσκολότερα πράγματα για έναν γονιό είναι να μάθει στο παιδί του να είναι τακτικό, και αυτό δεν είναι τυχαίο
Τα παιδιά αγαπούν από τη φύση τους την ακαταστασία. Δεν τα πειράζει καθόλου να πασαλείβονται ενώ τρώνε, δεν ενδιαφέρονται πολύ για το αν τα νύχια τους είναι μαύρα από το χώμα ή αν τα μαλάκια τους είναι μπερδεμένα. Παρομοίως, δεν αναστατώνονται ιδιαίτερα όταν το δωμάτιό τους είναι ακατάστατο και υπάρχουν παιχνίδια παντού, ή αν τα ρούχα τους είναι πεταμένα εδώ και εκεί.
Άρα, πρέπει να ξεκινήσουμε με μία παραδοχή: τα παιδιά δεν νοιάζονται για την τάξη με τον τρόπο που νοιαζόμαστε εμείς. Μπορούν να ζήσουν χαρούμενα και χωρίς να έχουν τάξη στην καθημερινότητά τους.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα για εμάς: ή θα υποστούμε μία σχετική ακαταστασία στο σπίτι – και στη ζωή μας – για ένα διάστημα, ή θα προσπαθήσουμε να εμπνεύσουμε στα παιδιά μας την επιθυμία να είναι τακτικά.
Πώς μπορούμε να εμπνεύσουμε στα παιδιά μας την επιθυμία για τάξη;
Όσο και αν τα παιδιά αδιαφορούν για την τάξη, αν ανοίξουν ένα παζλ και λείπουν τα μισά κομμάτια, θα δουν ότι δεν μπορούν να το φτιάξουν. Αν θέλουν να φορέσουν ένα συγκεκριμένο ζευγάρι παπούτσια και αυτό είναι άφαντο, θα απογοητευτούν και θα καταλάβουν ότι είναι καλύτερο να βάζουν τα πράγματά τους στη θέση τους. Αν τις μισές μέρες τους διαβάζουμε παραμύθια και τις άλλες μισές το παραλείπουμε, επειδή δεν προλαβαίνουμε τις δουλειές που πρέπει να γίνουν, θα ξέρουν πως δεν μπορούν να βασίζονται στο να έχουν αυτό τον ποιοτικό χρόνο με τον γονιό τους καθημερινά. Κ.ο.κ.
Με άλλα λόγια, τα παιδιά καταλαβαίνουν τη σημασία της τάξης, όταν βλέπουν με ποιούς τρόπους η ακαταστασία επηρεάζει τη ζωή τους.
Συχνά, εμείς οι γονείς γινόμαστε ‘λάστιχα’ προκειμένου τα παιδιά μας να μην επηρεάζονται καθόλου από την έλλειψη της τάξης: μαζεύουμε πυρετωδώς, τακτοποιούμε ώστε να ξέρουμε κυρίως εμείς αλλά και τα παιδιά μας το πού βρίσκονται τα πράγματά τους, ορίζουμε στο πρόγραμμά μας αυτό τον ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά μας ό,τι άλλο και αν συμβαίνει (πχ. διαβάζουμε παραμύθια ακόμα και αν είμαστε λιώμα στην κούραση και το μόνο που θέλουμε είναι να ξαπλώσουμε, ενώ μας περιμένουν 10 δουλειές μετά τα παραμύθια), κτλ.
Και φυσικά, κάνουμε λάθος. Τα παιδιά, πρέπει να βιώσουν τις συνέπειες της ακαταστασίας προκειμένου να θέλουν να αλλάξουν τα δεδομένα.
Δεν είναι δική μας αποκλειστική υποχρέωση η τήρηση της τάξης στο σπίτι. Είναι όλων, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών. Η αταξία ενός και μόνο ατόμου καταπατά τα δικαιώματα των υπόλοιπων μελών της οικογένειας. Γι’αυτό θα πρέπει να διδάξουμε στα παιδιά μας την αναγκαιότητα για τάξη, από νωρίς, με πρακτικούς τρόπους και με φιλική διάθεση.
Αν φωνάζουμε για να υπάρχει τάξη, δε καταφέρνουμε τίποτα
Επειδή πάρα πολλοί γονείς πιέζουν, φωνάζουν και κάνουν κηρύγματα για να υπάρχει τάξη στο σπίτι, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι συνεχείς εκκλήσεις, οι φωνές και ο καταναγκασμός των παιδιών να μαζέψουν, μπορούν να επιφέρουν μόνο αντίδραση και εκδικητικές τάσεις. Είναι καλύτερα να αποφύγουμε οποιαδήποτε από αυτές τις τακτικές, που είναι σίγουρο ότι δεν θα φέρουν αποτελέσματα, παρά τα αντίθετα από αυτά που θέλουμε (τα παιδιά μπορεί να γίνουν πιο ακατάστατα, ηθελημένα πια).
Ας δούμε κάποιους τρόπους που μπορούμε να μάθουμε στα παιδιά μας να είναι τακτικά:
Η λογική συνέπεια της ακαταστασίας
Αν τα παιχνίδια ξεχειλίζουν στο σαλόνι και τα παιδιά δεν τα μαζεύουν μετά από παράκληση των γονιών, οι γονείς μαζεύοντάς τα μπορούν να τα βολέψουν κάπου που τα παιδιά δεν έχουν πρόσβαση. Εξάλλου, είναι στα πόδια τους και τους ενοχλούν. Αν αργότερα τα παιδιά δεν βρίσκουν τα παιχνίδια τους, θα μάθουν ότι πρέπει να τα μαζεύουν τα ίδια τα παιδιά, αν θέλουν να ξέρουν πού βρίσκονται. Η λογική συνέπεια του να μην μαζεύουν τα παιχνίδια τους, είναι να μην ξέρουν πού βρίσκονται.
Με την ίδια λογική, αν ο μπαμπάς ζητήσει από το παιδί του να βοηθήσει σε κάποιες δουλειές του σπιτιού που πρέπει να γίνουν, όπως το συγύρισμα, το άδειασμα του πλυντηρίου, το άπλωμα των ρούχων κτλ. και εκείνο δεν το κάνει, θα πρέπει να αναβάλει το διάβασμα των παραμυθιών ή το παιχνίδι με το παιδί για αργότερα, προκειμένου να προλάβει τις δουλειές. Ο μπαμπάς μπορεί μάλιστα να πει: ‘Αν μαζέψεις όλα τα παιχνίδια από το σαλόνι μέχρι να απλώσω τα ρούχα, θα προλάβουμε να διαβάσουμε μερικά παραμύθια ή να συζητήσουμε στο κρεβάτι σου πριν κοιμηθείς.‘ Υπονοεί φυσικά, πως αν το παιδί δεν βοηθήσει, δεν θα προλάβουν τα παραμύθια.
Διαφορετικά, μπορούμε να το πούμε ευθέως στο παιδί – προσοχή όμως, ο τρόπος μας έχει σημασία
Ένας άλλος τρόπος να παροτρύνουμε τα παιδιά να είναι τακτικά είναι με το να τους το πούμε απλά, αλλά με μηνύματα–εγώ, όπως για παράδειγμα: ‘Όταν δεν μαζεύεις τα παιχνίδια σου θυμώνω, γιατί είναι στα πόδια μου και με ενοχλούν.’
Ένα αποτελεσματικό μήνυμα–εγώ αποτελείται από τρία μέρη:
- Περιγράφει την κατάσταση αντικειμενικά από την πλευρά του εκφωνητή χωρίς να κατηγορεί,
- Επικοινωνεί το πώς νιώθει ο εκφωνητής, και τέλος,
- Ξεκαθαρίζει το πώς τον επηρεάζει η κατάσταση – τί επιπτώσεις έχει δηλαδή ο εκφωνητής του μηνύματος από την κατάσταση.
Τα μηνύματα–εγώ επικοινωνούν στα παιδιά την κατάσταση από την οπτική πλευρά του γονιού χωρίς να κατηγορούν το παιδί και να το βάζουν στο στόχαστρο. Έτσι οι γονείς αποφεύγουν να προκαλούν το παιδί και συνάμα, τού επικοινωνούν με ειλικρίνεια ένα πρόβλημα που υπάρχει αλλά και τον τρόπο που νιώθουν για αυτό (‘θυμώνω‘). Με αυτή την αποστασιοποιημένη και φιλική προσέγγιση, το παιδί είναι πολύ πιο πιθανό να συνεργαστεί για να βοηθήσει τον γονιό να λύσει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει.
Στο παραπάνω παράδειγμα, ένα μήνυμα–εσύ θα ήταν: ‘Δε μαζεύεις τα παιχνίδια σου ποτέ όταν το ζητάω, είσαι τόσο ακατάστατη!‘ Αυτό το μήνυμα είναι επικριτικό, χαρακτηρίζει αρνητικά το παιδί και όπως είναι φυσικό, προκαλεί αντιδράσεις.
Πολλοί γονείς αναρωτιούνται το πόσο αποτελεσματικό μπορεί να είναι ένα μήνυμα–εγώ από μόνο του στο να αλλάξει τη συμπεριφορά του παιδιού. Η απάντηση είναι ότι μπορεί να λύσει άμεσα το πρόβλημα αλλά μπορεί και να μην το λύσει. Είναι όμως γεγονός ότι η φιλική αντιμετώπιση των παιδιών μας και μόνο, μπορεί να μάς κάνει να εκπλαγούμε από τις αντιδράσεις των παιδιών. Ο μόνος τρόπος να μάθουμε πώς θα αντιδράσει το παιδί μας, είναι να το δοκιμάσουμε στην πράξη.
Και αν δεν λυθεί το πρόβλημα, υπάρχει ένας ακόμα τρόπος να το προσεγγίσουμε: Οι λύσεις – πώς επιλύουμε ένα πρόβλημα μαζί με το παιδί
Ένας τρίτος τρόπος είναι γονιός και παιδί να ξεκινήσουν μία διαδικασία επίλυσης του προβλήματος (από 3 ετών και πάνω). Σε αυτή την περίπτωση:
- Εντοπίζουμε το πρόβλημα
- Διερευνούμε πιθανές λύσεις με τα παιδιά
- Αξιολογούμε την κάθε λύση
- Επιλέγουμε την καλύτερη από αυτές
- Αποφασίζουμε πώς θα την υλοποιήσουμε
- Αξιολογούμε το αν λύθηκε το αρχικό πρόβλημα.
Καταγράψτε αυτά τα βήματα ώστε να χρησιμοποιείτε αυτό το εργαλείο θετικής διαπαιδαγώγησης σε όποιο άλλο θέμα πιστεύετε ότι μπορείτε να λύσετε με τα παιδιά σας.
Επομένως, μπορούμε να πούμε στα παιδιά μας ότι η ακαταστασία στο σπίτι δημιουργεί προβλήματα για όλους και να τα παροτρύνουμε να σκεφτούν μαζί μας λύσεις για το πώς μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση.
Τα παιδιά μπορεί να προτείνουν να μαζεύουν τα παιχνίδια τους και τα πιάτα από το τραπέζι. Η μαμά μπορεί να προτείνει να βάλουν έναν κανόνα για τα άπλυτα ρούχα και να συμφωνήσουν ότι όποια ρούχα δεν μπαίνουν στον κάδο, δεν θα πλένονται. Ή μπορεί να προτείνει να υπάρχει ένα συγκεκριμένο μέρος για ζωγραφική και κατασκευές και να φύγουν τα παιχνίδια από το σαλόνι. Κ.ο.κ.
Μόλις επιλέξουν τη λύση και τον τρόπο υλοποίησης, μετά από κάποιο διάστημα θα πρέπει να επανέλθουν στο ζήτημα ώστε να αξιολογήσουν αν τα βήματα που πήραν ήταν αρκετά για να λυθεί το πρόβλημα και αν καλύπτουν τις ανάγκες όλων, ή αν επιβάλλονται περισσότερες ενέργειες.
Όταν τα παιδιά γίνονται μέρος της διαδικασίας επίλυσης ενός προβλήματος, είναι πιο πιθανό να συμμετέχουν ενεργά στο να λυθεί (αυτό δεν ισχύει μόνο για τα παιδιά αλλά για όλους). Επίσης, τα παιδιά είναι πολύ ευρηματικά και είναι πολύ πιθανό να βρουν πολύ καλύτερες λύσεις απ’ό,τι εμείς. Μένει απλώς να τα αφήσουμε να τις εκφράσουν!
Όλα τα παραπάνω, με δυο λόγια
Ένας από τους λόγους που είναι τόσο δύσκολο τα παιδιά μας να είναι τακτικά, είναι ότι οι γονείς δεν τα αφήνουμε να βιώνουν τις συνέπειες της έλλειψης τάξης.
Ένας άλλος είναι ότι συνήθως τα επιπλήττουμε και τα κατηγορούμε που δεν είναι τακτικά, προκαλώντας μόνο αντιδραστικότητα και εναντίωση.
Υπάρχουν άλλοι, καλύτεροι τρόποι που μπορούμε να μάθουμε στα παιδιά μας να είναι τακτικά, βοηθώντας τα να καταλάβουν γιατί η ζωή με τάξη είναι πιο άνετη για όλους. Με ορισμένα αποδεδειγμένα εργαλεία όπως οι λογικές συνέπειες, και η σωστή επικοινωνία (με ‘μηνύματα–εγώ‘ ή με διαδικασίες επίλυσης προβλημάτων – ‘λύσεις‘) μπορούμε να κάνουμε τα παιδιά μας όχι μόνο να αποδέχονται την τάξη, αλλά και να την θέλουν στη ζωή τους.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι είναι καλό να εμπνεύσουμε στα παιδιά μας τη συνεργασία από μικρή ηλικία, δίνοντάς τους ευκαιρίες συμμετοχής στη ζωή της οικογένειας, κάτι που βοηθάει τα παιδιά να νιώθουν χρήσιμα, τα οπλίζει με αυτοπεποίθηση, και τους δίνει το – τόσο σημαντικό για τα παιδιά – αίσθημα ότι ‘ανήκουν‘